- χειρονομίας
- χειρονομίᾱς , χειρονομίαshadow-boxingfem acc plχειρονομίᾱς , χειρονομίαshadow-boxingfem gen sg (attic doric aeolic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κρήτη — I Νησί (8.331 τ. χλμ., 601.131 κάτ.) της νοτιοανατολικής Μεσογείου, σε απόσταση περίπου 100 χλμ. ΝΑ της Πελοποννήσου. Πρόκειται για το μεγαλύτερο σε έκταση νησί της Ελλάδας (δεύτερο είναι η Εύβοια με έκταση 3.658 τ. χλμ.), το πέμπτο της Μεσογείου … Dictionary of Greek
κύπρος — I Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Μεσογείου. Βρίσκεται Δ της Συρίας και Ν της Τουρκίας.Η Κ. είναι το τρίτο σε μέγεθος νησί της Μεσογείου και ανήκει γεωγραφικά μεν στη Μικρά Ασία, πολιτικά όμως στην Ευρώπη. Ο πληθυσμός της είναι 80% Ελληνοκύπριοι … Dictionary of Greek
Αφρική — Μία από τις πέντε ηπείρους. Βρίσκεται στο ανατολικό ημισφαίριο, στα νότια της Ευρώπης και στα δυτικά της Ασίας. Μολονότι αποτελεί μέρος, μαζί με την Ευρώπη και την Ασία, της Αρχαίας Ηπείρου, η απέραντη αυτή ήπειρος διαφέρει ουσιαστικά από αυτές,… … Dictionary of Greek
Βανουκιώτης, Γιαννάκης — Αγωνιστής του 1821 (αναφέρεται και ως Βαγκιώτης). Καταγόταν από την Αρκαδία. Υπηρέτησε τον Αγώνα στο σώμα του Κολοκοτρώνη ως καπετάνιος. Ο Β. ήταν ο ένας από τους τρεις καβαλαραίους που συνόδευαν τον Πάνο Θ. Κολοκοτρώνη, όταν, κατά τον εμφύλιο… … Dictionary of Greek
Ζεν — Μία από τις πολυάριθμες βουδιστικές αιρέσεις, που στηρίζεται στην πεποίθηση ότι η αυτοσυγκέντρωση αποτελεί τη βασική πηγή του εσωτερικού φωτισμού. Πρόκειται για ιαπωνική λέξη, που προέρχεται από την κινεζική τσαν, που με τη σειρά της προέρχεται… … Dictionary of Greek
Μουσείο, Αρχαιολογικό Σίφνου — Το Αρχαιολογικό Μουσείο Σίφνου λειτουργεί από το 1990 στο Κάστρο της Σίφνου, σε ένα διώροφο οίκημα που φέρει τα χαρακτηριστικά της παραδοσιακής κυκλαδίτικης αρχιτεκτονικής. Η συλλογή του περιέχει ευρήματα από το νησί που καλύπτουν χρονολογικά την … Dictionary of Greek
АПОСТОЛ КОНСТАС — [греч. ̓Απόστολος Κώνστας], составитель и переписчик певч. рукописей, теоретик церковной музыки, мелург. Род. на о ве Хиос в семье священника. Ученик Петра Византийского и Георгия Критского. Жил и работал в К поле в период с 1790 по 1840 г., не… … Православная энциклопедия
КАЛОФОНИЧЕСКОЕ ПЕНИЕ — Аколуфии. 1336 г. (Athen. Bibl. Nat. 2458. Fol. 1) Аколуфии. 1336 г. (Athen. Bibl. Nat. 2458. Fol. 1) [калофония; греч. καλοφωνία, от καλός прекрасный и φωνή голос, звук], греч. певч. стиль, расцвет которого приходится на 2 последних столетия… … Православная энциклопедия